- υπόφαιος
- -η, -ο / ὑπόφαιος, -ον, ΝΜΑ [φαιός]ο κάπως φαιός, γκριζωπός.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ὑπόφαιον — ὑπόφαιος somewhat grey masc/fem acc sg ὑπόφαιος somewhat grey neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φωσφόρος — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Ρ. Ανήκει στην πέμπτη ομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, έχει ατομικό αριθμό 15, ατομικό βάρος 30,9· έχει ένα σταθερό ισότοπο και έξι ραδιενεργά, με αριθμό μάζας από 28 έως 34 και περιόδους υποδιπλασιασμού… … Dictionary of Greek